Το σέλινο είναι διετές , ιθαγενές φυτό του γένους άπιο της οικογένειας των Σκιαδοφόρων.

Είναι γνωστό από τα αρχαία χρόνια όταν Έλληνες και Ρωμαίοι το χρησιμοποιούσαν στη μαγειρική και οι Κινέζοι για φάρμακο. Επίσης το θεωρούσαν πένθιμο φυτό γιατί στις νεκρικές τελετές οι πενθούντες φορούσαν στεφάνι από σέλινο.

Έντονα αρωματικό φυτό , με σκληρό βλαστό ρίζες σαρκώδεις και ινώδεις ,φύλλα με διαιρεμένο έλασμα , οι μίσχοι κυρτωμένοι δημιουργούν αυλάκι.

Το ύψος του φτάνει τα 90 εκατοστά και τα σπόρια του είναι αρωματικά ,με ίδιο άρωμα με αυτό του φυτού αλλά με πικρότερη και πιο καυστική γεύση.

Πολλαπλασιάζεται με σπορά σε θερμοκήπια ή ειδικά σπορεία και στη συνέχεια μεταφυτεύεται σε μικρά σακουλάκια αφού περάσουν 5-7 εβδομάδες.



Όταν το ύψος των φυταρίων φτάσει τα 20 εκατοστά περίπου τότε φυτεύονται στη τελική τους θέση.



Οι απαιτήσεις σε νερό είναι μεγάλες και το τακτικό πότισμα είναι απαραίτητο ενώ η λίπανση του εδάφους είναι αναγκαία και πρέπει να γίνεται είτε με κοπριά είτε με ειδικά λιπάσματα.



Το έντονο άρωμα που έχει το σέλινο οφείλεται σε αιθέριο έλαιο που δίνει στο φυτό ορεκτικές , χωνευτικές και τονωτικές ιδιότητες.



Περιέχει σίδηρο, ασβέστιο, φώσφορο και βιταμίνες C , B1 , B2 και Κ. Θεωρείται οτι έχει φαρμακευτικές ιδιότητες και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε παθήσεις των νεφρών και της ουροδόχου κύστης καθώς και κατά των αρθιτικών παθήσεων.



Υπάρχουν 2 βασικές ποικιλίες σέλινου. Η μία με μεγάλη σαρκώδη ρίζα τη γνωστή σελινόριζα ,που καλλιεργείται για αυτή και τρώγεται ωμή ,σαλάτα ,σε σούπες και μαγειρεμένη με διάφορους συνδυασμούς και η δεύτερη η πιο κλασσική με σαρκώδεις μεγάλους μίσχους που καλλιεργείται για τα φύλλα της και τρώγεται με τον ίδιο τρόπο γίνεται τουρσί ή χρησιμοποιείται και ως καρύκευμα.



Τα σπόρια του χρησιμοποιούνται σε διάφορες σούπες και τουρσιά σαν μπαχαρικό καθώς επίσης και στην αρωματοποιία.